Κυριακή 15 Απριλίου 2012

Παράσιτα Ελιάς – Μέρος Β΄


Πυρηνοτρήτης (Prays oleae):
Οι προνύμφες της πρώτης γενιάς προσβάλλουν τα φύλλα το χειμώνα, της δεύτερης γενιάς τα άνθη, ενώ της τρίτης γενιάς εισχωρούν μέσα στους καρπούς τρυπώντας τους μίσχους. 
Ο πυρηνοτρήτης έχει αρκετούς και ικανότατους φυσικούς εχθρούς (πάνω από 5 είδη). Ορισμένες κλιματικές συνθήκες εμποδίζουν την εξέλιξη της ανάπτυξης του εντόμου όταν είναι σε πρώιμη φάση, όπως για παράδειγμα οι χαμηλές χειμερινές θερμοκρασίες. Η παρουσία του εντόμου διαπιστώνεται με ειδικές παγίδες που περιέχουν φερομόνες (μία -δύο στα 10 στρέμματα), τις οποίες ελέγχουμε δύο φορές την εβδομάδα καταγράφοντας τον αριθμό των εντόμων που έχουν αιχμαλωτίσει (το φυσιολογικό όριο είναι 100 έντομα την εβδομάδα). 
Για τον έλεγχο του πυρηνοτρήτη, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και εμπορικά σκευάσματα με βάση τον βάκιλο Bacillus huringiensis, φερομονική παγίδα που αιχμαλωτίζει τον ενήλικο πυρηνοτρήτη.

Ρυγχίτης (Rhynchites Coenorrhinus cribripennis):
Τα έντομα αυτά εμφανίζονται από τα μέσα του Μάιου έως και το τέλος Ιουλίου και τρέφονται κάνοντας τρύπες στα φύλλα. Μετά την αναπαραγωγή τους, τα θηλυκά σκάβουν μέσα στους καρπούς μια τρύπα έτσι ώστε να φτάσουν στον πυρήνα όπου εναποθέτουν τα αυγά τους. Κατά τη διάρκεια της εισόδου του εντόμου στον πυρήνα, δημιουργούνται διάφορες κοιλότητες στους ιστούς.

Φλοιοτρίβης (Phleotribus scarabaeoides):
Είναι κολεόπτερο μαύρου χρώματος, που σκάβει στοές στη μασχάλη των κλαδιών και στη βάση των μίσχων των καρπών. Τα έντομα βγαίνουν από τις στοές το Μάρτιο. 
Τα προσβεβλημένα κλαδιά ξεραίνονται, ενώ τα άνθη και οι καρποί πέφτουν. Για να περιοριστούν οι προσβολές, θα πρέπει τα δέντρα να ισχυροποιηθούν με λιπάνσεις και αρδεύσεις ώστε να μπορέσουν να αμυνθούν. Συμβουλεύουμε να αφήσετε κάτω από την κόμη των δέντρων τα υπολείμματα του κλαδέματος έως και το Μάιο, έτσι ώστε ο φλοιοτρίβης να κρυφτεί ανάμεσά τους και να καεί μαζί με τα υπολείμματα .

Φλοιοφάγος (Hylesinus oleiperda):
Σκάβει στοές μεταξύ φλοιού και ξύλου, ιδιαίτερα σε ελαιόδεντρα μεγάλης ηλικίας. Ως μέτρο αντιμετώπισης προτείνουμε την ισχυροποίηση των δέντρων, την αφαίρεση του φλοιού που έχει προσβληθεί και την επάλειψη με βορδιγάλειο πολτό.


Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Παράσιτα Ελιάς - Μέρος Α΄


Κηκιδόμυγα των βλαστών (Resseliella oleisuga), των καρπών (Προλασιόπτερα / Prolasioptera berlesiana) και των φύλλων της ελιάς (Dasyneura oleae): Οι προνύμφες αυτού του δίπτερου κατοικούν κάτω από τον φλοιό, ο οποίος, όταν αποσπάται, καταστρέφεται το κάμβιο με αποτέλεσμα τη νέκρωση και την ξήρανση των κλαδιών. Για να αντιμετωπίσουμε την κηκιδόμυγα, πρέπει να μαζέψουμε και να κάψουμε τα προσβεβλημένα κλαδιά.

Λεκάνιο ή μαύρη ψώρα της ελιάς (Saissetia oleae): Το λεκάνιο έχει σχήμα ωοειδές  και μοιάζει με κόκκο πιπεριού κομμένο στη μέση. Προσβάλλει τα φύλλα και τα κλαδιά, προκαλώντας την πτώση των φύλλων, την ξήρανση των κλαδιών, τη μείωση της καρποφορίας, αλλά και την έντονη εμφάνιση καπνιάς (ένα μόνο έντομο μπορεί να γεμίσει με μελίτωμα πάνω από τριάντα φύλλα ελιάς). Οι μεγαλύτερες προσβολές διαπιστώνονται τον Ιούνιο - Ιούλιο - Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Οι ελαιώνες που προσβάλλονται περισσότερο αποτελούνται από δέντρα εγκαταλελειμμένα, πυκνοφυτεμένα και ακλάδευτα. Το λεκάνιο έχει αρκετούς φυσικούς εχθρούς όπως: λεπιδόπτερα, υμενόπτερα και άλλα. Το κλάδεμα μπορεί να περιορίσει τον πληθυσμό του λεκανίου.

Μαύρος θρίπας της ελιάς (Phloethrips ή Liothrips oleae): Κεντρίζει και ρουφάει τους χυμούς από τα πράσινα μέρη του δέντρου που έχει ως αποτέλεσμα να μην αναπτύσσονται οι ιστοί και να παραμορφώνονται. Ζει συνήθως μέσα στις κοιλότητες του φλοιού. Αντιμετωπίζεται με αυστηρό κλάδεμα και αφαίρεση των κλαδιών που έχουν προσβληθεί περισσότερο, το ξύσιμο και τον καθαρισμό του κορμού και των βραχιόνων και την επάλειψη των πληγών με βορδιγάλεια πολτό.

Οτιόρυγχος (Otiorrynchus cribrico/is): Αυτό το μικρό κολεόπτεpo προσβάλλει ιδιαίτερα τα νεαρά ελαιόδεντρα, τα τρυφερά φύλλα, τους βλαστούς και τους μίσχους των καρπών, προκαλώντας την πτώση τους. Επιτίθεται συνήθως τη νύχτα, ενώ την ημέρα κρύβεται στο έδαφος. Το φθινόπωρο εναποθέτει τα αυγά του στο έδαφος, όπου διαχειμάζει ως προνύμφη, και τα ενήλικα κολεόπτερα εμφανίζονται τον Ιούνιο που είναι η κατάλληλη στιγμή για να καταπολεμήσουμε τον οτιόρυγχο χωρίς να χρειάζεται η χρήση χημικών σκευασμάτων. Στόχος είναι να μην καταφέρουν να ανέβουν οι οτιόρυγχοι πάνω στο δέντρο. Αυτό γίνεται με την τοποθέτηση ρετσινωμένων λωρίδων συνθετικού υφάσματος (δένονται με αγρόνημα έτσι ώστε να μην πληγωθεί το δέντρο), πάνω σε όλο τον κορμό του δέντρου χωρίς να μείνουν κενά που να επιτρέπουν στο έντομο να ανέβει. Κάθε χρόνο οι λωρίδες πρέπει να αντικαθίστανται.


Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Παράσιτα Ελιάς - Δάκος (Badrocera)


Οι νεαρές προνύμφες της μύγας σκάβουν ελικοειδείς ή ακανόνιστες στοές μέσα στους καρπούς της ελιάς δημιουργώντας μεγάλες καταστροφές. Σε ένα χρόνο αναπτύσσονται από τρεις έως έξι γενιές αυτού του παράσιτου. Τον Απρίλιο-Μάιο οι προνύμφες βγάζουν φτερά & εμφανίζονται τα πρώτα ενήλικα και στο τέλος Ιουνίου-Ιουλίου παρατηρούνται οι πρώτες προσβολές. Μεγάλα προβλήματα δημιουργούν οι προσβολές που πραγματοποιούνται τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Οι προσβεβλημένοι καρποί πέφτουν στη γη και δίνουν μικρότερη παραγωγή όπως και κατώτερη ποιότητα λαδιού (υψηλή οξύτητα).
Όσες περισσότερες αρδεύσεις και λιπάνσεις έχουμε κάνει στα δέντρα, τόσο περισσότερο ευαίσθητα είναι στις προσβολές από το δάκο. Οι ελαιοπαραγωγικές περιοχές με τις περισσότερες προσβολές είναι αυτές που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα και στις νότιες περιοχές της χώρας. 

Στο εμπόριο βρίσκουμε πολλούς τύπους παγίδων.
1. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε παγίδες στις οποίες βάζουμε μελάσα ζαχαρότευτλου ή ζαχαροκάλαμου. Το έντομο μόλις το πιει πεθαίνει. 

2. Συνθετικές φερομόνες που λειτουργούν κατά ταν ίδιο τρόπο με τις ζαχαρώδεις ουσίες.

3. Υμενόπτερο εχθρός του δάκου. Επίσης υπάρχουν άλλα πέντε είδη εντόμων που είναι παρασιτικά του δάκου και τα οποία απαντώνται συνήθως σε ισορροπημένα οικοσυστήματα.

4. Παγίδες κίτρινου χρώματος, οι οποίες και στις δύο πλευρές τους είναι αλειμμένος με κόλλα. Τοποθετούνται σε κάθε ελαιόδεντρο (δύο-τρεις παγίδες σε κάθε 10 στρέμματα). Τα έντομα προσελκύονται από το κίτρινο χρώμα και μένουν κολλημένα πάνω στην παγίδα. 
Το μειονέκτημα με αυτή τη μέθοδο είναι ότι παγιδεύει και έντομα που δεν είναι βλαβερά για την ελιά.

5. Το δέντρο της βελανιδιάς, όταν βρίσκεται κοντά στον ελαιώνα, μπορεί να αποδειχτεί πολύ χρήσιμο, γιατί τα έντομα που κατοικούν σε αυτήν είναι η αγαπημένη λεία των υπερπαρασίτων του δάκου. Έτσι , με αυτόν τον τρόπο, μειώνονται οι προσβολές του δάκου στις ελιές.

6. Επίσης οι συκιές κοντά στον ελαιώνα έτσι ώστε ο δάκος να βρίσκει εύκολα τροφή την περίοδο από τέλος Αυγούστου έως και Σεπτέμβριο.

7. Η μέθοδος της βιολογικής καταπολέμησης με τη χρήση εντόμων που εισάγονται από άλλες ηπείρους, χωρίς όμως ικανοποιητικά αποτελέσματα έως τώρα. 

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

Ποικιλίες για Ελαιοποίηση


O europaea var. mastoids, microcarpa (άλλα ονόματα Μικρόκαρπη, Ψιλολιά, Λιανολιά, Κρητικιά, Λαδολιά, Κορώνη, Βάτσικη, Ασπρολιά). Καλλιεργείται  στα Ιόνια Νησιά Κεφαλλονιά, Πελοπόννησο, Κρήτη, Δυτική Στερεά, Σάμο, Ικαρία και αλλού. 

Πρόκειται για μια σημαντικότατη ποικιλία με φημισμένα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, γιατί έχει το πλεονέκτημα να προσαρμόζεται στις πιο αντίξοες συνθήκες της χώρας μας. 
Οι απαιτήσεις της σε έδαφος, υγρασία και καλλιεργητικές φροντίδες είναι μικρές και μπορεί να καλλιεργηθεί σε υψόμετρο μέχρι 500 μ. Έχει σταθερή καρποφορία που μπορεί να φτάσει τα 150 κιλά καρπό ανά δέντρο κάθε δεύτερη χρονιά, μπορεί όμως, σε περίπτωση συστηματικής καλλιέργειας, να δώσει τη δεύτερη χρονιά κάποιο ποσοστό της παραγωγής. 

Το κύριο μειονέκτημά της είναι το μικρό μέγεθος του καρπού και ότι είναι ευαίσθητη στον καρκίνο. Το δέντρο μπορεί να φτάσει σε μεγάλο ύψος και η κόμη του έχει σχήμα ημισφαιρικό ή κυπελλοειδές. Τα φύλλα είναι μικρά, λογχοειδή, οι ταξιανθίες έχουν 2-5 καρπούς μικρούς, μαστοειδείς, με κυρτωμένη τη μια πλευρά και βάρος περί το μισό γραμμάριο. Το χρώμα του καρπού είναι στην αρχή πράσινο, μετά ξεθωριάζει, για να καταλήξει σε μελανό-μοβ. 
Το κουκούτσι έχει το ίδιο σχήμα με τον καρπό. Ανθίζει περί τα μέσα Απριλίου και η ωρίμανση του καρπού αρχίζει νωρίς τον Οκτώβριο και τελειώνει αργά τον Δεκέμβριο. Η περιεκτικότητα σε λάδι κυμαίνεται γύρω στο 22%. Το άρωμα και η γεύση του είναι εξαιρετική, από τις καλύτερες ποικιλίες της Ελλάδος.  


O europaea var. Craneomorpha (άλλα ονόματα Δαφνόφυλλη, Στριφτολιά, Νερολιά, Σουβλολιά, Πρεβεζάνα, Μερολιά, Λαδολιά, Κορφολιά, Κορφιάτικη). Καλλιεργείται στα Ιόνια Νησιά Κεφαλλονιά και στα παράλια της Ηπείρου. 

Είναι μικρόκαρπη και ζωηρή ποικιλία με ελάχιστες απαιτήσεις ως προς το έδαφος. Μπορεί να αναπτυχθεί σε πετρώδη εδάφη, χρειάζεται όμως αρκετή υγρασία. Δέχεται αυστηρό κλάδεμα κι έτσι μπορεί να ανανεώνεται συνέχεια. Μπορεί να φτάσει τα 20 μέτρα ύψος.

Ο καρπός της ωριμάζει την άνοιξη. Το ύψος και η καθυστέρηση της ωρίμανσης δυσκολεύουν το μάζεμα του καρπού. Καρποφορεί κάθε δεύτερο χρόνο και είναι ευαίσθητη στις προσβολές του δάκου. Ο κορμός της αποκτά κοιλότητες και οπές, το δέντρο είναι ορθόκλαδο, τα φύλλα είναι πλατιά, κυματοειδή, μεγάλα, από τα μεγαλύτερα των ελληνικών ποικιλιών. Ο καρπός είναι μικρός, επιμήκης, καταλήγει σε ακίδα και έχει βάρος περί το 1 γρ. Οι καρποί είναι μεμονωμένοι ή σε ομάδες (ταξικαρπίες) των 2-3. Το κουκούτσι έχει το ίδιο σχήμα με τον καρπό και έχει ακίδες και στα δυο άκρα του. Η περιεκτικότητα σε λάδι κυμαίνεται γύρω στο 20% και είναι αρίστης ποιότητας. 


Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Εγγενής & Αγενής Πολλαπλασιασμός της Ελιάς


Πολλαπλασιασμός με την αναπαραγωγική διαδικασία (εγγενής)
Ο εγγενής πολλαπλασιασμός της ελιάς γίνεται με τη βοήθεια των πυρήνων που βρίσκονται μέσα στους καρπούς της. Οι πυρήνες που προορίζονται για σπορά, λαμβάνονται μόνο από υγιείς και ώριμους καρπούς. Πλένονται και, για να συντηρηθούν, τοποθετούνται μέσα σε λεπτή και υγρή άμμο. Πριν τη σπορά, θα πρέπει να σπάμε εγκάρσια τον πυρήνα χωρίς βέβαια να τραυματίζουμε το σπέρμα. Η σπορά γίνεται τον Ιούλιο-Αύγουστο και η μεταφύτευση των φυτωρίων ακολουθεί, την επόμενη άνοιξη. Την άνοιξη του δεύτερου έτους, όταν το νεαρό φυτό έχει φτάσει σε ύψος τα 50 εκ., μπορούμε να κάνουμε τον εμβολιασμό με κέντρωμα στη στεφάνη και κέντρωμα με μάτι. Τον Οκτώβριο του δεύτερου έτους, το δέντρο μεταφυτεύεται στο φυτώριο μοσχευμάτων σε μια απόσταση μεταξύ των φυτών 0,40 μ. Αυτή την περίοδο θα πρέπει να αυξήσουμε τις ποσότητες κοπριάς γύρω από την βάση του δένδρου με την προσθήκη στάχτης ξύλου ή χρησιμοποιώντας κάποιο λίπασμα πλούσιο σε κάλιο. Το έδαφος θα πρέπει να είναι καθαρό από αγριόχορτα και από παραφυάδες. Αν κρίνεται απαραίτητο, θα πρέπει να υποστυλώσουμε τα νεαρά φυτά με καλάμια έτσι ώστε να αποφύγουμε σπασίματα που οφείλονται σε ακατάλληλες κλιματικές συνθήκες.


Πολλαπλασιασμός με τη φυτική διαδικασία (αγενής)
Ο αγενής πολλαπλασιασμός εκμεταλλεύεται τα ζωντανά μέρη του μητρικού φυτού (γόγγρο , παραφυάδα, μόσχευμα) διατηρώντας ακέραια όλα τα αρχικά χαρακτηριστικά του. 

Η αναπαραγωγή με γόγγρους του μητρικού φυτού είναι μια διαδικασία αρκετά επώδυνη για το φυτό, οπότε χρησιμοποιείται σπανίως. Ο γόγγρος είναι ένα εξόγκωμα οφθαλμού το οποίο μοιάζει με αυγό, και γεννιέται κατά μήκος του κορμού. Αποσπάται το Φεβρουάριο-Μάρτιο με ένα μαχαίρι (η πληγή θα πρέπει να λειανθεί και να απολυμανθεί, καθαρίζεται και σκεπάζεται από πολτό αργίλου και κοπριά. Η Ελιά προερχόμενη οπό γόγγρο μετά το πρώτο έτος ανάπτυξης της τοποθετείται σε βαθιές τρύπες, μήκους 15-20 εκ., και σκεπάζεται από ένα μείγμα χώματος ή κοπριάς. Μετά από περίπου δύο μήνες θα αρχίσουν να βγαίνουν οι πρώτοι βλαστοί όπου επιλέγουμε δύο από τους καλύτερους.

Ο πολλαπλασιασμός με τη μέθοδο της παραφυάδας γίνεται αποσπώντας με προσοχή τις χαμηλές παραφυάδες (που έχουν μήκος τουλάχιστον 80-100 εκ.) από το μητρικό φυτό, αφαιρώντας πάντα και ένα μικρό μέρος παλαιού ξύλου. Αφού χαραχτεί η παραφυάδα όντας στο δέντρο, την τυλίγουμε με σακούλα και προσθέτουμε αμμοαργιλώδες χώμα. Αυτές οι παραφυάδες στη συνέχεια φυτεύονται στο φυτώριο, όπου σε λίγο θα αναπτύξουν το δικό τους ριζικό σύστημα. Σε διάστημα δύο χρόνων μπορούμε να τις μεταφυτεύσουμε στην ύπαιθρο. 

Η αναπαραγωγή με τη μέθοδο του μοσχεύματος γίνεται με την αφαίρεση ενός νεαρού υγιούς καρποφόρου κλαδιού από το μητρικό φυτό. Το κάτω μέρος αυτού του κλαδιού θα αναπτύξει μέσα στο χώμα ρίζες, ενώ το πάνω μέρος του θα μας δώσει βλαστούς και κλαδιά. Το μόσχευμα θα πρέπει να είναι χοντρό, με φλοιό πράσινο, χυμώδη, και με μήκος 90-100 εκ. Πριν το τοποθετήσουμε στο χώμα, αφαιρούμε τους πλαϊνούς βλαστούς και κόβουμε το κάτω μέρος του. Η καλύτερη περίοδος για να μαζέψουμε μοσχεύματα είναι το φθινόπωρο-χειμώνα. Τα μοσχεύματα φυτεύονται στο φυτώριο σε βάθος 30 εκ. και σε μια απόσταση 50 εκ. μεταξύ τους και λιπαίνονται με κοπριά. Την άνοιξη, τα μοσχεύματα εκμυζούν πλευρικούς βλαστούς οι οποίοι πρέπει να αφαιρούνται για να ευνοηθεί η ανάπτυξη των κυρίων βλαστών. Μετά από δύο χρόνια, τα μεταφυτεύουμε στην ύπαιθρο.

Η μέθοδος πολ/μού με φυλλοφόρα μοσχεύματα απαιτεί συνήθως ορμόνες ριζοβολίας και υδρονέφωση για να είναι επιτυχής.