Γεννήθηκε το 1947 στο Καψοχώρι του Νομού Ημαθίας. Μόλις 12 ετών αισθάνθηκε την πρώτη και μεγαλύτερη αγάπη του για τη μουσική, όπου κι αν άκουγε οργανοπαίκτες, βρισκόταν κοντά τους, σαν να τον μαγνήτιζαν και πολύ γρήγορα απέκτησε ένα μπουζούκι. Στην αρχή πήγε σε δάσκαλο για 5 μήνες, αν και αρίστευσε στο διάβασμα του πενταγράμμου, αισθάνθηκε πως τα μυστικά του οργάνου που διάλεξε θα τα μάθαινε μόνο αυτοδίδακτα. Πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει με κάποια μικρά συγκροτήματα της περιοχής παίζοντας σε κέντρα, γιορτές, γάμους, πανηγύρια κ.τ.λ. και έτσι πήρε τα πρώτα ακούσματα που είχαν ρίζες της Ελληνικής μουσικής παράδοσης.
Το 1963, κατέβηκε στην Αθήνα, όπου υπήρχε τότε το καφενείο των μουσικών στην οδό Βερανζέρου στην Ομόνοια και εκεί γνώρισε διάφορους μουσικούς και άρχισε να παίζει σε ηχογραφήσεις διαφόρων δίσκων μικρών εταιριών. Αργότερα, ο Στέλιος Ζαφειρίου, δεξιοτέχνης στο μπουζούκι, τον άκουσε και του πρότεινε να παίζουν μαζί στις ηχογραφήσεις. Άρχισε να δημιουργεί όνομα στο χώρο των μουσικών και τραγουδιστών της Αθήνας ενώ όλοι μιλούσαν για το μεγάλο ταλέντο του και παράλληλα για την σεμνότητά του. Το 1964 δούλεψε με τον Μ. Αγγελόπουλο πολύ σημαντικό τραγουδιστή που εκείνη την περίοδο ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Κατόπιν ο μουσικός Π. Ιατρού τον σύστησε στο Στέλιο Καζαντζίδη όπου και δούλεψε μαζί του 1965-66 όπου και πήγαν σε περιοδείες στην Αμερική, Γερμανία και σε όλη την Ελλάδα.
Από το 1968 άρχισε να γράφει τα πρώτα του τραγούδια. Αξίζει να σημειωθεί, ότι πρώτη φορά κατάφερε ένας συνθέτης να συγκεντρώσει 11 τραγουδιστές σε ένα LP (Γ. Νταλάρας, Μ. Μητσιάς, Σ. Διονυσίου, Ε. Βιτάλη, Διονύσης Θεοδόσης, Δ. Γαλάνη, Γ. Πάριο ς, Χ. Αλεξίου, Μ. Βάσσου, Λ. Διαμάντη, Μ. Αγγελόπουλος) και ένα τραγούδι το τραγουδάει ο ίδιος (είναι η πρώτη φορά).
Είχε την τύχη να γνωρίσει και να δουλέψει σχεδόν με όλους τους ρεμπέτες της εποχής (Β. Τσιτσάνη, Γ. Παπαϊωάννου, Γ. Κυριαζή, Μ. Βαμβακάρη, Σ. Κουγιουμτζή). Αργότερα, δούλεψε για μία σεζόν 1969-70 με το Μ. Χιώτη, όπου, όπως λέει ο ίδιος, ήταν σαν να πήρε το δίπλωμα μαζί του, διότι, ως γνωστό τουλάχιστον, οι παλαιότεροι δεξιοτέχνες του μπουζουκιού είχαν σαν ίνδαλμα τον Μ. Χιώτη. Να σημειώσετε ότι ο Μ. Χιώτης εκφραζόταν με τα καλύτερα λόγια για το Χρήστο. Αργότερα υπήρξε αχώριστος συνεργάτης στο στούντιο με τον Γ. Ζαμπέτα ο οποίος σε αφιέρωσή του αποκαλεί το Χρήστο γιο του. Συνόδεψε όλους τους Έλληνες τραγουδιστές της εποχής:
Π. Πάνου, Κ. Γκρέϋ, Γ. Λύδια, Γ. Μπιθικώτση, Μαρινέλλα, Γ. Πουλόπουλο, Σ. Διονυσίου, Τ. Βοσκόπουλο, Γ. Νταλάρα (15 χρόνια σχεδόν μαζί), πολλά χρόνια με την Χ. Αλεξίου και με πολλούς άλλους. Στο στούντιο, στις ηχογραφήσεις, έπαιξε μπουζούκι τουλάχιστον επί 20 χρόνια στο 80% της Ελληνικής δισκογραφίας και σχεδόν σε όλα τα τραγούδια όλων των μεγάλων δημιουργών (Δ. Καλδάρα, Γ. Μητσάκη, Θ. Δερβενιώτη, Μ. Μπακάλη, Γ. Ζαμπέτα, Μ. Θεοδωράκη, Δ. Πάνου, Γ. Σπανού, Β. Τσιτσάνη, Μ. Λοΐζου, Μ. Πλέσσα, Δ. Μούτση κ.ά.).
Μελοποίησε και ορχηστικά LP'S με πρωταγωνιστικό όργανο το μπουζούκι αλλά πάντα με πρωτοποριακές ενορχηστρώσεις και ηχοχρώματα τα: «Λαϊκά περάσματα», «Ανατολικά της Ευρώπης», «Δρόμοι της Ανατολής», «Ελλήνων Πάθη», «Κυκλάμινα του Ολύμπου» με μουσικά θέματα σε διάλογο με τα χάλκινα (συμμετέχει η μπάντα της Φλώρινας) και ένα ακόμη ορχηστρικό LP στα πλαίσια της πρώτης συνεργασίας με το γιο του Βασίλη το «Όταν η βροχή».
Από το 1985 με την ορχήστρα του λαμβάνει μέρος σε συναυλίες και σε επιλεγμένους χώρους κάνοντας έως σήμερα έντονη την παρουσία του στο χώρο της Ελληνικής μουσικής. Δύο από τις συναυλίες του ηχογραφήθηκαν και έγιναν LP στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το 1987, με τη συμμετοχή 10 τραγουδιστών όπου αποθεώθηκαν από 40.000 κόσμο και το 1998 στο Ηρώδειο με 70 μουσικούς της σύγχρονης ορχήστρας της ΕΡΤ και ερμηνευτές την Ε. Αρβανιτάκη, τον Κ. Μακεδόνα, τον Δ. Μπάση σε μία φαντασμαγορική αποθέωση όπου ο ίδιος θεωρεί πως ήταν το αποκορύφωμα της καριέρας του. Ο τίτλος του ηχογραφημένου LP είναι: «Χρήστος Νικολόπουλος Ωδείο Ηρώδου Αττικού».
Στο τέλος του 2000, με τη συνεργασία του Κ. Γανωσέλη, μετά από μακρόχρονη έρευνα και κοπιαστική δουλειά εκδόθηκε ένα βιβλίο του, με διδακτικό χαρακτήρα με τίτλο «Οι λαϊκοί δρόμοι» συνοδευόμενο από ένα CD όπου ακούγονται όλοι οι λαϊκοί δρόμοι με το μπουζούκι του με πολλά μουσικά παραδείγματα. Επίσης τα κείμενα υπάρχουν και στα Αγγλικά.
Το συνολικό συνθετικό έργο του είναι πραγματικά ιδιαίτερα μεγάλο καθώς επίσης και οι συμμετοχές του σε LP με διάφορους καλλιτέχνες. Πολλές από αυτές δυστυχώς δεν υπάρχουν πια παρά σε συλλεκτικές φόρμες, καθώς κυκλοφόρησαν σε δισκάκια βινυλίου και σε δισκογραφικές εταιρείες που δεν υπάρχουν σήμερα. Οι συμμετοχές του ως μουσικός/δεξιοτέχνης στο μπουζούκι, λέγεται ότι ξεπερνούν κάθε άλλον μουσικοσυνθέτη στη χώρα. Διεκδικεί το ρεκόρ έως σήμερα έχοντας στο ενεργητικό του πολύ περισσότερα από 20.000 τραγούδια σε αναρίθμητα LP'S, συλλογές κλπ. οι χρυσοί δίσκοι του ξεπερνούν τους 25. Έχει γράψει μέχρι σήμερα γύρω στα 1800 τραγούδια και μέχρι σήμερα θεωρείται ο πολυγραφότερος συνθέτης με τις μεγαλύτερες σε αριθμό επιτυχίες στην Ελλάδα. Έχουν εκδοθεί γύρω στα 12 βιβλία με τραγούδια του, σε νότες (παρτιτούρες), για πιάνο από τις εκδόσεις Φ. Νάκα. Θεωρείται, ιστορικά, ο μεγαλύτερος δεξιοτέχνης της εποχής στο μπουζούκι και επίσης συνεχιστής του αξέχαστου Μ. Χιώτη, που μέχρι σήμερα αποδεικνύει κάθε φορά, όπου και αν έπαιξε.